Τρίτη 17 Μαρτίου 2009

ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗΣ ΤΥΠΟΥ

Α.Δ.Ε.Δ.Υ. – ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ

ΤΡΙΤΗ 17 ΜΑΡΤΙΟΥ 2009

«Εργασιακά και ασφαλιστικά προβλήματα της εργαζόμενης γυναίκας στο Δημόσιο – απόφαση Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για όρια ηλικίας γυναικών στο Δημόσιο»

Το τελευταίο διάστημα βιώνουμε τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης και της προσπάθειας της κυβέρνησης μετά και από τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αντιμετωπίσει τα προβλήματα φορτώνοντας για άλλη μια φορά τα βάρη στις πλάτες των εργαζομένων, των συνταξιούχων των ανέργων. Παρακολουθούμε τις προσπάθειες της κυβέρνησης και των ισχυρών οικονομικών κύκλων να αποκρύψουν τις ευθύνες για την κρίση όπως επίσης να αποκρύψουν ότι πολιτικές λιτότητας εφαρμόζονται εδώ και είκοσι χρόνια, με τους μισθούς των εργαζομένων και των δημοσίων υπαλλήλων ειδικότερα, συνεχώς να συρρικνώνονται ενώ τα κέρδη των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων να αυξάνονται αλματωδώς.

Η αγοραστική δύναμη των μισθών μας με τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν μειώθηκε αυτά τα χρόνια και πριν από την οικονομική κρίση πάνω από 30%.

Επιχειρείται επιπλέον μείωση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων με βάση και τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης , επικαλούμενοι μάλιστα την ασφάλεια της μονιμότητας παραβλέποντας το γεγονός ότι οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα αποτελούν το 55% των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων των κρατών της Ευρωζώνης. Άλλωστε και πάγωμα μισθών όπως προκύπτει από τις κατευθύνσεις για την εισοδηματική πολιτική του 2009 με βάση και την αύξηση του πληθωρισμού σημαίνει μείωση μισθού.

Οι κοινωνικές παροχές για υγεία, παιδεία και κοινωνική πρόνοια περιορίζονται με συνέπεια την περαιτέρω αφαίμαξη του εισοδήματος των εργαζομένων.

Η δημόσια διοίκηση υποβαθμίζεται συνεχώς εξαιτίας των ιδιωτικοποιήσεων, του περιορισμού των πόρων για χρηματοδότηση και της αλλαγής των εργασιακών σχέσεων. Οι προσλήψεις όχι μονίμου προσωπικού αλλά μόνο συμβασιούχων έργου, stages, μερικής απασχόλησης κυριαρχούν με αποτέλεσμα οι επισφαλώς εργαζόμενοι με οποιοδήποτε τρόπο να αποτελούν ήδη το 25%-30% των εργαζομένων στο Δημόσιο.

Αυτό έχει σαν συνέπεια την υποβάθμιση των δημοσίων υπηρεσιών, την ενίσχυση των πελατειακών σχέσεων, την περαιτέρω παρέμβαση του ιδιωτικού τομέα στο δημόσιο αλλά και την κατάρρευση των ασφαλιστικών ταμείων των δημοσίων υπαλλήλων.

Οι πολιτικές που έχουν φέρει αυτά τα αποτελέσματα εφαρμόζονται εδώ και χρόνια από τις κυβερνήσεις και έχουν αρνητικά αποτελέσματα και για τον Έλληνα φορολογούμενο ο οποίος είναι χρήστης των υπηρεσιών του Δημοσίου αλλά και για τον εργαζόμενο ο οποίος μάλιστα συνήθως στοχοποιείται για όλα τα προβλήματα της δημόσιας διοίκησης.

Οι δημόσιοι υπάλληλοι και ιδιαίτερα η γυναίκα δημόσιος υπάλληλος, η οποία έχει επιφορτιστεί με τα διπλά βάρη δηλ. της εργασίας και της οικογένειας που έχουν όλες οι γυναίκες στην Ελλάδα, αμείβονται με πολύ χαμηλούς μισθούς και εργάζονται σε μια χώρα που απουσιάζουν δομές κοινωνικής πρόνοιας και στήριξης της οικογένειας. Είναι χαρακτηριστικό ότι το επίδομα τέκνου για τους δημοσίους υπαλλήλους είναι 18 ευρώ , ενώ δεν υπάρχουν βρεφονηπιακοί σταθμοί, κέντρα δημιουργικής απασχόλησης παιδιών, χώροι φροντίδας ηλικιωμένων, μέτρα για τη στήριξη της μονογονεϊκής οικογένειας, δεν εφαρμόζονται δηλαδή πολιτικές που να εξασφαλίζουν και να προωθούν την ισότιμη συμμετοχή της γυναίκας και την εφαρμογή της ισότητας στην πράξη.

Η απόφαση λοιπόν του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για την εξίσωση των ορίων συνταξιοδότησης ανδρών και γυναικών με το πρόσχημα της ισότητας δεν στηρίζεται σε καμιά πραγματική βάση. Αποτελεί ένα νέο κτύπημα στα ασφαλιστικά δικαιώματα των γυναικών αλλά και γενικότερα όλων των δημοσίων υπαλλήλων.

Η παραπομπή της χώρας μας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο χωρίς να έχει προηγηθεί προσφυγή ιδιώτη, τα επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν αλλά και η στάση των ελληνικών κυβερνήσεων και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια αποδεικνύει ότι υπήρξε μια συγκεκριμένη μεθόδευση για να οδηγηθούμε σ’ αυτό το αποτέλεσμα.

Το επιχείρημα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ότι η ασφάλιση των δημοσίων υπαλλήλων είναι επαγγελματική, βάση του οποίου είχε αρμοδιότητα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο ασφαλιστικό σύστημα των δημοσίων υπαλλήλων, η κατ’ αρχήν αποδοχή του επιχειρήματος από το Υπουργείο Εξωτερικών, αλλά και η απροθυμία της ελληνικής κυβέρνησης ακόμη και μετά την επανατοποθέτησή της λόγω της αντίδρασης των δημοσίων υπαλλήλων, να αντιδικήσει με συγκεκριμένα στοιχεία αποδεικνύει ότι βασικοί στόχοι της παραπομπής, εκτός από την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης των γυναικών, ήταν να θεωρηθεί ότι η ασφάλιση των δημοσίων υπαλλήλων είναι επαγγελματική και άρα να περιοριστεί η ευθύνη του κράτους.

Αυτό σε συνδυασμό με τη σημερινή κατάσταση των ταμείων, που είναι τραγική εξαιτίας των πολιτικών που έχουν ασκηθεί όλα τα προηγούμενα χρόνια, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι επιχειρείται μια θεσμοθετημένη με βάση και την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου απαλλαγή του Κράτους από υποχρεώσεις που έχει απέναντι στους ασφαλισμένους, όχι μόνο λόγω της μη συμμετοχής του στη χρηματοδότηση των ταμείων επί σειρά ετών αλλά και λόγω της καταλήστευσης των αποθεματικών και της κακής αξιοποίησης που έγινε τα προηγούμενα χρόνια.

Το επιχείρημα επίσης που χρησιμοποιήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ότι η ασφάλιση είναι επαγγελματική επειδή ταυτίζεται ο εργοδότης με τον ασφαλιστικό φορέα και το οποίο δεν ανέτρεψε με συγκεκριμένα στοιχεία η ελληνική κυβέρνηση δεν είναι αληθές και ειδικότερα :

Από τους 396.346 που συνταξιοδοτούνται από το Ελληνικό Δημόσιο κατανέμονται ως εξής:

Στρατιωτικοί

107.663

Πολιτικοί Συνταξιούχοι

196.700

Απ’ αυτούς μόνο το ήμισυ δηλαδή 98.000 περίπου είναι συνταξιούχοι που υπηρετούσαν στα Υπουργεία και εκπαιδευτικοί και είχαν εργοδότη το Κράτος ενώ οι υπόλοιποι 98.700 υπηρετούσαν σε Νομικά Πρόσωπα και είχαν εργοδότη τα Νομικά Πρόσωπα.

Θύματα Πολέμου 1912-1922

9.987

Θύματα Πολέμου 1940-1949

13.989

Σιδηροδρομικοί – ΟΣΕ

7.190

Δημοτικοί – Κοινοτικοί

28.170

ΟΓΑ – Εθνική Αντίσταση

24.395

Κληρικοί – ΤΑΚΕ

5.352

Βουλευτές

1.000

Καλλιτέχνες

2.000

Σήμερα οι υπάλληλοι που υπηρετούν στο Δημόσιο και στα Νομικά Πρόσωπα κατανέμονται ως εξής :

Υπάλληλοι των Υπουργείων

Μαζί με τους Εκπαιδευτικούς

190.529

Υπάλληλοι Ν.Π.Δ.Δ.

107.778

Υπάλληλοι Ν.Π.Ι.Δ.

77.389

Υπάλληλοι Ο.Τ.Α.

76.686

Από τα παραπάνω στοιχεία τα οποία συγκέντρωσε η Α.Δ.Ε.Δ.Υ. και τα οποία δεν παρουσίασε ως όφειλε η ελληνική κυβέρνηση, για να ανατρέψει τα επιχειρήματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αντιλαμβανόμαστε ότι η ασφάλιση στην Ελλάδα είναι κοινωνική και όχι επαγγελματική.

Οι ευεργετικές διατάξεις που προσβάλλονται αφορούν ρυθμίσεις ασφαλιστικού δικαίου μεταβατικού χαρακτήρα για όσους συνταξιοδοτούνται από το Δημόσιο, προκειμένου να εξομοιωθούν σταδιακά τα δύο φύλα και ως προς τον τομέα αυτό σ’ εφαρμογή των κοινοτικών οδηγιών. Για το σκοπό αυτό, ο εθνικός μας νομοθέτης έλαβε υπόψη την ελληνική κοινωνική πρακτική, τα κεκτημένα ήδη ασφαλιστικά δικαιώματα των γυναικών δημοσίων υπαλλήλων και στρατιωτικών, το δημογραφικό μας ζήτημα, την εργασιακή και κοινωνική αναστάτωση που θα προκαλούσε η ανατροπή των συνθηκών συνταξιοδότησης για τις γυναίκες, καθώς και τις δημοσιονομικές και οικονομικές συνέπειες για το κράτος. Έτσι, διαμόρφωσε ένα πλέγμα κανόνων δικαίου προστατευτικό για τις γυναίκες δημοσίους υπαλλήλους, οι οποίες κατά τη διάρκεια του επαγγελματικού τους βίου έχουν αναλάβει και άλλα βάρη, όπως είναι, κυρίως, η φροντίδα του σπιτιού, η γέννηση και ανατροφή των παιδιών, η φροντίδα των ηλικιωμένων. Στη πατρίδα μας, ο ρόλος της γυναίκας στην οικογένεια είναι καθοριστικός, λαμβανομένων υπόψη και των ισχυρών παραδοσιακών προτύπων, η δε συνεισφορά της πολιτείας (σε υποδομές, οικονομική βοήθεια κλπ) για τη στήριξη της οικογένειας είναι δυστυχώς σε πολύ χαμηλό επίπεδο ακόμη, σε σχέση με τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Έτσι είναι διαμορφωμένη η ελληνική πραγματικότητα και ο ισχυρισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι τάχα, «οι δραστηριότητες ανατροφής παιδιών που ασκήθηκαν πριν τη συνταξιοδότηση δεν μπορούν να δικαιολογήσουν διαφορετική ηλικία συνταξιοδότησης για τους άνδρες και τις γυναίκες», δεν ευσταθεί, διότι οι γυναίκες, μητέρες, εργαζόμενες στην Ελλάδα, είναι ήδη σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τους άνδρες συναδέλφους τους αφού για ένα μεγάλο διάστημα του επαγγελματικού τους βίου εργάζονται διπλά (γραφείο – σπίτι), έχουν φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων με συνέπεια η υπηρεσιακή τους εξέλιξη να είναι πιο επίπονη και η κόπωση μετά από χρόνια μεγαλύτερη.

Οι γυναίκες θέλουν να παραμείνουν στην εργασία τους και συνήθως παραμένουν μέχρι την πλήρη συνταξιοδότησή τους εκτός από τις περιπτώσεις που παρουσιάζονται έκτακτα οικογενειακά προβλήματα (φροντίδα ηλικιωμένων, ασθένεια παιδιών ή συζύγου) που τις αναγκάζει να αποχωρήσουν.

Μία ενδεχόμενη λοιπόν βίαιη ανατροπή του σημερινού καθεστώτος θα προκαλούσε πανικό λόγω αβεβαιότητας για το μέλλον και θα ανάγκαζε πολλές γυναίκες να αποχωρήσουν με αποτέλεσμα να υπάρξουν τεράστια προβλήματα στα ασφαλιστικά ταμεία.

Συγκεκριμένα από τις 235.945 γυναίκες που υπηρετούν στο δημόσιο οι 125.544 έχουν πάνω από 20 χρόνια υπηρεσίας και οι 106.825 έχουν ηλικία πάνω από 50 χρονών καθώς επίσης και οι 136.780 πάνω από 45 ετών. Από τα παραπάνω αντιλαμβανόμαστε ότι το ήμισυ και παραπάνω του συνολικού αριθμού των γυναικών που εργάζονται στο δημόσιο έχουν θεμελιώσει (σε συνδυασμό βέβαια και με την οικογενειακή κατάσταση ) συνταξιοδοτικό δικαίωμα και άρα θίγονται άμεσα. Αυτό σημαίνει ότι ενδεχόμενη αποχώρηση μεγάλου αριθμού εξ αυτών θα προκαλέσει τεράστια προβλήματα τόσο δημοσιονομικά όσο και λειτουργικά για τη Δημόσια Διοίκηση αλλά και αδυναμία των ταμείων να ανταπεξέλθουν.

Σε κάθε περίπτωση όμως, υπενθυμίζουμε ότι η ισότητα διασφαλίζεται με την επέκταση των ευνοϊκότερων ρυθμίσεων και στις κατηγορίες εργαζομένων για τις οποίες ισχύουν οι δυσμενέστερες (π.χ. άνδρες), σύμφωνα, μάλιστα με το άρθρο 27 παρ. 2 της νέας Οδηγίας 2006/54/ΕΚ, η εφαρμογή της «δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επαρκή λόγο για τη μείωση του επιπέδου προστασίας των εργαζομένων στους τομείς που καλύπτονται από αυτήν».

Για τους παραπάνω λόγους καλούμε την κυβέρνηση να μην εφαρμόσει οποιαδήποτε αρνητική απόφαση.

Δηλώνουμε ότι θα αγωνιστούμε για τη διασφάλιση και την αναβάθμιση των ασφαλιστικών μας δικαιωμάτων. Η απεργία στις 2 Απρίλη μαζί με τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα αποτελεί σταθμό για τις κινητοποιήσεις μας.

Από την Ε.Ε. και τη Γραμματεία Γυναικών της Α.Δ.Ε.Δ.Υ.